Η ενδομητρίωση αποτελεί ένα αινιγματικό νόσημα το οποίο αφορά κυρίως γυναίκες που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία.
Η ενδομητρίωση είναι μια πάθηση κατά την οποία ιστός που φυσιολογικά καλύπτει το εσωτερικό της μήτρας (ενδομήτριο) αναπτύσσεται εκτός αυτής, σε άλλες περιοχές του σώματος και δημιουργεί εστίες ενδομητρίωσης (συνήθως στις ωοθήκες, στις σάλπιγγες, στους συνδέσμους που στηρίζουν τη μήτρα, στην περιοχή ανάμεσα στον κόλπο και το έντερο και στο περιτόναιο). Σπανιότερα, εστίες ενδομητρίωσης δημιουργούνται σε κοιλιακές ουλές από προηγούμενες εγχειρήσεις στο έντερο, στην ουροδόχο κύστη, στον κόλπο, στον τράχηλο της μήτρας ή ακόμα και εκτός κοιλιακής χώρας.
Από τα πιο συχνά συμπτώματα της ενδομητρίωσης είναι ο έντονος πόνος κατά τη διάρκεια της περιόδου και της ερωτικής πράξης, ο χρόνιος πόνος στην περιοχή της λεκάνης και η υπογονιμότητα. Τα συμπτώματά της παραπέμπουν σε άλλες γυναικολογικές παθήσεις κι αυτό καθιστά τη διάγνωσή της εξαιρετικά δύσκολη. Επίσης, δεν υπάρχουν κατάλληλες εξετάσεις για να καταλήξει κάποιος με σιγουριά στη διάγνωση. Αυτό που μπορεί να βοηθήσει διαγνωστικά είναι ο γυναικολογικός υπέρηχος και η μαγνητική τομογραφία, αλλά ο μόνος τρόπος για να επιβεβαιωθεί με σιγουριά η ύπαρξη ενδομητρίωσης είναι η λαπαρασκόπηση.
Αν και η ενδομητρίωση είναι μία συνηθισμένη ασθένεια, όπως ο διαβήτης ή το άσθμα, οι περισσότερες γυναίκες δεν έχουν καν γνώση για την ύπαρξή της.
Τι δείχνουν οι αριθμοί για την ενδομητρίωση:
1 στις 10 γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας πάσχουν από ενδομητρίωση
- 176 εκατομμύρια γυναίκες παγκοσμίως έχουν ενδομητρίωση
- 2 στις 10 γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση είναι υπογόνιμες
- 30-50% των υπογόνιμων γυναικών έχουν ενδομητρίωση
- Χρειάζονται από 7 έως 12 χρόνια για να πραγματοποιηθεί η διάγνωση της ενδομητρίωσης
Πώς συνδέεται η ενδομητρίωση με την υπογονιμότητα;
Σε περιπτώσεις εκτεταμένης ενδομητρίωσης, η βλάβη των σαλπίγγων, οι συμφύσεις και γενικά η διαταραχή της ανατομίας συμβάλλουν στην υπογονιμότητα. Στην περίπτωση των ελαφρότερων μορφών ενδομητρίωσης, οι γνώμες διίστανται. Ορισμένοι γιατροί υποστηρίζουν ότι η γυναίκα δεν καταφέρνει να μένει έγκυος επειδή πάσχει από ενδομητρίωση κι άλλοι το αντίστροφο, ότι δηλαδή ανέπτυξε ενδομητρίωση επειδή δεν έμεινε εγκαίρως έγκυος.
Μπορεί να κάνει παιδί μία γυναίκα που πάσχει από ενδομητρίωση;
Φυσικά και μπορεί. Η παρουσία ενδομητρίωσης δεν καθιστά απαραιτήτως τη γυναίκα υπογόνιμη. Όταν όμως υπάρχει δυσκολία στη σύλληψη ταυτόχρονα με ενδομητρίωση, τότε χρειάζεται να γίνει κάποιου είδους θεραπεία.
Η χειρουργική θεραπεία αφορά την αφαίρεση ή την καταστροφή των εστιών της ενδομητρίωσης και τη λύση των συμφύσεων.
Μετά από τη χειρουργική θεραπεία, το 60% των γυναικών μένουν έγκυες φυσιολογικά. Για τις υπόλοιπες περιπτώσεις, η σπερματέγχυση και η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελούν τις δύο εναλλακτικές επιλογές για να επιτευχθεί εγκυμοσύνη.
Ενδομητρική σπερματέγχυση
Η ενδομητρική σπερματέγχυση μπορεί να αποτελεί μια αποτελεσματική θεραπεία σε γυναίκες με ενδομητρίωση (αρκεί να μην υπάρχει πρόβλημα με τις σάλπιγγες ή το σπέρμα).
Ο κύκλος παρακολουθείται με διακολπικά υπερηχογραφήματα και ορμονικές εξετάσεις. Γίνεται ελεγχόμενη ωοθηκική διέγερση με γοναδοτροπίνες, έτσι ώστε να αυξηθεί η πιθανότητα εγκυμοσύνης. Όταν τα ωοθυλάκια είναι έτοιμα για ωορρηξία, τότε πραγματοποιείται η σπερματέγχυση κατά την οποία το σπέρμα του συντρόφου προετοιμάζεται κατάλληλα, επιλέγονται τα καλύτερα και υγιέστερα σπερματοζωάρια και τοποθετούνται στη μήτρα της γυναίκας κατά τη διάρκεια της ωορρηξίας.
Σε περιπτώσεις ελάχιστης ή ελαφράς ενδομητρίωσης, η ενδομητρική σπερματέγχυση με ελεγχόμενη ωοθηκική διέγερση αυξάνει τις πιθανότητες για εγκυμοσύνη. Η ενδομητρική σπερματέγχυση αποτελεί επίσης επιλογή για γυναίκες με ωοθηκικό ενδομητρίωμα ή με μέτρια/σοβαρή ενδομητρίωση.
Τα ποσοστά γεννήσεων σε γυναίκες που υπεβλήθησαν σε θεραπεία με γοναδοτροπίνες και ενδομητρική σπερματέγχυση είναι 5 έως 6 φορές υψηλότερα από τις γυναίκες που απλώς παρακολουθούνται χωρίς θεραπεία.
Σε περίπτωση που η γυναίκα η οποία πάσχει από ενδομητρίωση και είναι υπογόνιμη, έχει ήδη υποβληθεί σε 3 με 4 σπερματεγχύσεις, η πιθανότητα επιτυχίας περαιτέρω θεραπείας είναι πλέον πολύ μικρή και ενδείκνυται να προχωρήσει σε εξωσωματική γονιμοποίηση.
Εξωσωματική γονιμοποίηση
Οι γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση έχουν υψηλά ποσοστά επιτυχίας στην εξωσωματική γονιμοποίηση παρόλο που απαντούν πιο φτωχά στα φάρμακα της διέγερσης των ωοθηκών, παράγουν λιγότερα ωάρια, λιγότερα έμβρυα και έχουν χαμηλότερα ποσοστά εμφύτευσης. Με άλλα λόγια, αν και παράγουν λιγότερα ωάρια ή έμβρυα, τα ποσοστά γεννήσεών τους είναι άριστα, καθώς το πρόβλημά τους είναι αριθμητικό και όχι ποιοτικό.
Στην εξωσωματική γονιμοποίηση γίνεται ελεγχόμενη διέγερση των ωοθηκών που «δίνει» συνήθως 8–10 ωάρια. Ο κύκλος παρακολουθείται με διακολπικά υπερηχογραφήματα και ορμονικές εξετάσεις. Η ωοληψία πραγματοποιείται διακολπικά κάτω από υπερηχογραφικό έλεγχο και τα ώριμα ωάρια που συλλέγονται από τις ωοθήκες γονιμοποιούνται στο εργαστήριο. Το έμβρυο ή τα έμβρυα μεταφέρονται στη μήτρα μετά από 3 έως 5ημέρες.
Στις μεγάλες εθνικές βάσεις δεδομένων στις οποίες παρακολουθούνται όλοι οι κύκλοι της εξωσωματικής γονιμοποίησης σε ετήσια βάση, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι γυναίκες με ενδομητρίωση έχουν υψηλά ποσοστά γεννήσεων (στις Ηνωμένες Πολιτείες οι γεννήσεις σε γυναίκες με ενδομητρίωση ήταν 31.1% και στη Γαλλία 24%).
Όσο μεγαλώνει η γυναίκα, η επίδραση της ενδομητρίωσης σε συνδυασμό με την ελάττωση των ωαρίων λόγω ηλικίας, καθιστά πιο δύσκολη την επίτευξη εγκυμοσύνης. Επομένως, όσο ταχύτερα μια γυναίκα με ενδομητρίωση υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αποκτήσει παιδί.
Νέα αναδρομική έρευνα έδειξε ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση θα πρέπει να γίνεται ιδανικά 7 έως 25 μήνες μετά το χειρουργείο για την ενδομητρίωση.
Η καταστολή του κύκλου για 3–6 μήνες μετά το χειρουργείο και πριν την εξωσωματική έχει 4 φορές καλύτερα ποσοστά γεννήσεων.
Η ενδομητρίωση δηλητηριάζει την ωοθήκη. Ως εκ τούτου, καθώς περνούν τα χρόνια οι πιθανότητες φυσικής σύλληψης μειώνονται. Οι γυναίκες λοιπόν που πάσχουν από ενδομητρίωση συνίσταται να ενημερώνονται από τον γιατρό τους για τη δυνατότητα διατήρησης της γονιμότητάς τους μέσω της κατάψυξης ωαρίων. Αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό για γυναίκες προχωρημένων σταδίων ενδομητρίωσης.
Ενδομητρίωση και κύηση
Γυναίκες με ενδομητρίωση πρέπει να παρακολουθούνται στενά κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης και να είναι ενήμερες ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο αυτόματης αποβολής και εξωμητρίου κυήσεως.
Ο μεγαλύτερος εχθρός των γυναικών με ενδομητρίωση που θέλουν να αποκτήσουν παιδί είναι το χάσιμο χρόνου. Η εξατομικευμένη θεραπεία κάθε γυναίκας αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα να αποκτήσει ένα υγιές παιδί.