ΔΕΙΚΤΗΣ ΜΑΖΑΣ ΣΩΜΑΤΟΣ

Γονιμότητα: Ποιος είναι ο ιδανικός δείκτης μάζας σώματος

Γονιμότητα: Ποιος είναι ο ιδανικός δείκτης μάζας σώματος

Ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) σχετίζεται με υπογονιμότητα τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες.

Η σχέση αυτή έχει τεκμηριωθεί τόσο με μελέτες παρατήρησης, όσο και με τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες μείωσης βάρους και ποσοστών επιτυχίας της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Οι γυναίκες με χαμηλό δείκτη μάζας σώματος φαίνεται πως έχουν επίσης χαμηλότερα ποσοστά σύλληψης στις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Τα αποτελέσματα νέας μελέτης που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Human Reproduction, δείχουν ότι ο  δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) είναι ένα από τα αίτια της υπογονιμότητας.

Στη μελέτη αναλύθηκαν στοιχεία για 28.341 γυναίκες (μέσης ηλικίας 30 ετών, με μέσο όρο ΔΜΣ 23,1 kg/m2) και 26.252 άνδρες (μέσης ηλικίας 33 ετών, με μέσο όρο ΔΜΣ 25,5 kg/m2) που είχαν λάβει μέρος στη Νορβηγική μελέτη κοόρτης «Μητέρα, Πατέρας και Παιδί».

Οι συμμετέχοντες παρουσίασαν δεδομένα για τον γονότυπο και παρείχαν αυτοαναφερόμενες πληροφορίες σχετικά με το χρόνο που χρειάστηκαν έως την επίτευξη εγκυμοσύνης και τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ).

Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι το 10% των ζευγαριών ήταν υπογόνιμα (χρειάστηκαν περισσότερους από 12 μήνες για να επιτευχθεί εγκυμοσύνη).

Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι υπογόνιμες γυναίκες και οι υπογόνιμοι άνδρες:

  • ήταν μεγαλύτερης ηλικίας
  • είχαν χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο
  • ήταν πιο πιθανό να είναι ή να υπήρξαν καπνιστές
  • ήταν πιο πιθανό να καταβάλουν προσπάθειες για την επίτευξη πρώτης εγκυμοσύνης
  • είχαν, κατά μέσο όρο, μεγαλύτερο δείκτη μάζας σώματος

Ύστερα από αναλύσεις πολλών μεταβλητών, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο δείκτης μάζας σώματος έχει μια συσχέτιση σε σχήμα J με την υπογονιμότητα τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες.

Από τους συμμετέχοντες, όσοι είχαν δείκτη μάζας σώματος κάτω από 20,0 kg/m2 και πάνω από 30,0 kg/m2 είχαν αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας.

Τα ευρήματα ενισχύουν επίσης τα συμπεράσματα παλαιότερων μελετών που δείχνουν ότι άνδρες και γυναίκες με δείκτη μάζας σώματος <20 kg/m2 μπορεί να έχουν αυξημένο κίνδυνο υπογονιμότητας.

Σύμφωνα με τη νέα μελέτη οι βέλτιστες τιμές για να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα υπογονιμότητας είναι δείκτης μάζας σώματος 20-25 kg/m2.

Τα ευρήματα υποστηρίζουν μια αιτιολογική επίδραση της παχυσαρκίας στην υπογονιμότητα. Ο γενετικά προβλεπόμενος ΔΜΣ 23 στις γυναίκες και 25 kg/m2 στους άνδρες συνδέθηκε με τον χαμηλότερο κίνδυνο υπογονιμότητας.

Στις παχύσαρκες γυναίκες (≥30,0 kg/m2), κάθε αύξηση του  δείκτης μάζας σώματος ανά μονάδα συνδέεται με 18% μεγαλύτερες πιθανότητες υπογονιμότητας και 15% χαμηλότερες πιθανότητες υπογονιμότητας (-24% έως -2%) σε αδύνατες γυναίκες με δείκτη μάζας σώματος <20,0 kg/m2.

Κατά αντιστοιχία, και στους παχύσαρκους άνδρες, αύξηση του ΔΜΣ ανά μονάδα συνδέεται με κατά μέσο όρο 26% μεγαλύτερες πιθανότητες υπογονιμότητας (8-48%).

Αλλά και οι αδύνατοι άνδρες, διατρέχουν επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο υπογονιμότητας.

Οι βασικοί περιορισμοί της μελέτης ήταν ότι οι ερευνητές δεν γνώριζαν εάν η υπογονιμότητα οφείλεται σε γυναικείο ή ανδρικό παράγοντα ή και στους δύο, αλλά και ότι ο αριθμός συμμετεχόντων που ήταν παχύσαρκοι ή πολύ αδύνατοι ήταν περιορισμένος.

Μπορείτε να διαβάστε περισσότερα εδώ: https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/34668019/

 

Οι αδύνατες γυναίκες με ενδομητρίωση έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες πρόωρου τοκετού στην εξωσωματική

Οι αδύνατες γυναίκες με ενδομητρίωση έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες πρόωρου τοκετού στην εξωσωματική

Οι γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση και έχουν χαμηλότερο από το κανονικό βάρος, φάνηκε πως κινδυνεύουν περισσότερο να γεννήσουν πρόωρα μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση, σε σύγκριση με γυναίκες που είναι μεν πολύ αδύνατες, αλλά δεν πάσχουν από ενδομητρίωση, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Reproductive BioMedicine Online.

Οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) που είχε η μητέρα πριν μείνει έγκυος με το αποτέλεσμα του τοκετού, σε γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση και έκαναν εξωσωματική γονιμοποίηση. Δεν διαπίστωσαν ανάλογες διαφορές σε άλλες κατηγορίες ΔΜΣ.

Η αναδρομική έρευνα, που έγινε στην Κίνα, περιέλαβε 7.086 γυναίκες, οι οποίες γέννησαν ένα μωρό μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση, από το 2006 μέχρι το 2017 στο Τμήμα Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής του Ένατου Νοσοκομείου της Σαγκάης.

Στην έρευνα 1.111 γυναίκες είχε διαπιστωθεί λαπαροσκοπικά ότι πάσχουν από ενδομητρίωση. Το 45% αυτών έπασχαν από ενδομητρίωση στις ωοθήκες και το 55% από πυελική ενδομητρίωση. Ο λόγος που έκαναν εξωσωματική γονιμοποίηση, ήταν η ενδομητρίωση στο 74% της ομάδας των γυναικών που έπασχαν από ενδομητρίωση, ενώ στο υπόλοιπο 26% των γυναικών υπήρχε και ανδρικός παράγοντας στην υπογονιμότητα.

Στην ομάδα ελέγχου των 5.975 γυναικών χωρίς ενδομητρίωση, στο 77% η ένδειξη (indication) για εξωσωματική γονιμοποίηση ήταν η υπογονιμότητα λόγω σαλπιγγικού παράγοντα και στο 23% ο ανδρικός παράγων.

Τόσο οι γυναίκες που έπασχαν από ενδομητρίωση, όσο κι εκείνες που δεν έπασχαν, εντάχθηκαν σε τρεις ομάδες ανάλογα με τον Δείκτη Μάζας Σώματος: ελλιποβαρείς (<18,5 kg / m2), κανονικό βάρος (18,5 έως 24,9 kg / m2) και υπέρβαρες / παχύσαρκες (≥ 25 kg / m2).

Όλες οι γυναίκες έκαναν εμβρυομεταφορά κρυοσυντηρημένων εμβρύων, τα οποία μεταφέρθηκαν σε μία πιο φυσιολογική μήτρα, από ό,τι θα συνέβαινε εάν είχε γίνει εμβρυομεταφορά φρέσκων μετά από τη διέγερση των ωοθηκών. Το γεγονός αυτό έδωσε στους ερευνητές τη δυνατότητα να προσδιορίσουν με ακρίβεια τον ρόλο της ενδομητρίωσης στις γεννήσεις που ακολούθησαν.

Φάνηκε πως οι οι γυναίκες που είχαν χαμηλότερο από το φυσιολογικό βάρος και έπασχαν από ενδομητρίωση, είχαν μεγαλύτερα ποσοστά πρόωρου τοκετού (πριν από την 37η εβδομάδα της κύησης) σε σύγκριση με τις πολύ αδύνατες γυναίκες που δεν έπασχαν από ενδομητρίωση: 14,61% σε σχέση με 3,28%.

Οι γυναίκες που έπασχαν από ενδομητρίωση, αλλά είχαν είτε φυσιολογικό βάρος είτε ήταν υπέρβαρες/παχύσαρκες, είχαν σχεδόν τα ίδια ποσοστά με τις γυναίκες που δεν πάσχουν από ενδομητρίωση.

Σύμφωνα με τους ερευνητές μια πιθανή εξήγηση για το γεγονός ότι η ενδομητρίωση οδηγεί σε υψηλότερα ποσοστά πρόωρων τοκετών μόνο στις πολύ αδύνατες γυναίκες, είναι η διαφορά στη συγκέντρωση λεπτίνης.

“Η λεπτίνη, μία ορμόνη που παράγεται από τον λιπώδη ιστό, ευθύνεται για τη ρύθμιση του μεταβολισμού των λιπιδίων και μπορεί να μειώσει τη σωματική μάζα μειώνοντας την πρόσληψη τροφής και διεγείροντας την κατανάλωση ενέργειας”, εξηγούν οι ερευνητές.

Η λεπτίνη μπορεί επίσης να επηρεάσει τη δημιουργία εστιών ενδομητρίωσης μέσω διαφορετικών οδών και συνδέεται με τη φλεγμονή στην ενδομητρίωση.

Είναι γνωστό ότι η φλεγμονή συνδέεται με τους μηχανισμούς που είναι υπεύθυνοι για τον τελειόμηνο και τον πρόωρο τοκετό”, τονίζουν οι Κινέζοι ερευνητές.

Ένας άλλος λόγος που ο ΔΜΣ συνδέεται με τον πρόωρο τοκετό είναι η γενετική. Οι γενετικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον ΔΜΣ, μπορεί να συνδέονται με την ανάπτυξη της ενδομητρίωσης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόωρο τοκετό.

Μπορείτε να βρείτε ποιος είναι ο δικός σας δείκτης μάζας σώματος εδώ: http://www.endometriosis-gr.eu/

Διαβάστε περισσότερα: https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/32171707/

Visit Us On FacebookVisit Us On Google PlusVisit Us On Linkedin